Όραση είναι μία αισθητηριακή λειτουργία του οφθαλμού. Αποτελεί μάλλον την πλέον ανώτερη αισθητηριακή λειτουργία όπως είναι η αντίληψη των χρωμάτων, των αντικειμένων και του φωτός. Χάρη σε αυτήν την λειτουργία ερχόμαστε σε επαφή με τον γύρω κόσμο και συνειδητοποιούμε τη θέση μας και την κίνησή μας μέσα στο χώρο.

Η λειτουργία της όρασης επιτελείται μέσω των διαθλαστικών μέσων του οφθαλμού, που είναι ο κερατοειδής, το υδατοειδές υγρό, ο κρυσταλλοειδής φακός, το υαλοειδές σώμα. Οι φωτεινές ακτίνες προσπίπτουν στον κερατοειδή, διαθλώνται και συγκεντρώνονται στον αμφιβληστροειδή όπου σχηματίζεται και το είδωλο της εικόνας που βλέπουμε.

Στους φυσιολογικούς οφθαλμούς οι ακτίνες φωτός σχηματίζουν τέλειο είδωλο στον αμφιβληστροειδή και η κατάσταση αυτή καλείται εμμετρωπία. Το εμμετρωπικό μάτι βλέπει καθαρά τα μακρινά αντικείμενα χωρίς να χρειάζεται προσαρμογή, σε αντίθεση με ένα αμετρωπικό μάτι που δεν είναι εστιασμένο σωστά η εικόνα που σχηματίζεται στον αμφιβληστροειδή είναι θολή. Οι αμετρωπίες ή διαθλαστικές ανωμαλίες διακρίνονται σε 3 κατηγορίες: μυωπία, υπερμετρωπία και αστιγματισμός.

Αστιγματισμός: Καλείται η διαθλαστική ανωμαλία κατά την οποία παράλληλες ακτίνες δεν διαθλώνται εξίσου σε όλους τους μεσημβρινούς. Ένα χαρακτηριστικό σύμπτωμα στην πάθηση αυτή είναι ότι δεν διακρίνονται με την ίδια ευκρίνεια τα γράμματα μιας λέξης, αν και αυτά έχουν το ίδιο μέγεθος και το ίδιο πάχος, είτε αυτά βρίσκονται κοντά είτε βρίσκονται μακριά. Ο αστιγματισμός συχνά συναντάται σε συνδυασμό με μυωπία ή υπερμετρωπία και διορθώνεται με γυαλιά ή φακούς επαφής.


Μυωπία: Είναι η διαθλαστική ανωμαλία κατά την οποία οι ακτίνες φωτός εστιάζουν μπροστά από τον αμφιβληστροειδή. Αυτό οφείλεται στο ότι ο βολβός του ματιού είναι μεγαλύτερος του φυσιολογικού, αλλά και σε μερικές περιπτώσεις στην αύξηση της κυρτότητας του κερατοειδούς. Η μυωπία είναι η πιο συχνή αμετρωπία αφού εμφανίζεται σε ποσοστό 20% - 25% του πληθυσμού. Αρχίζει συνήθως στην παιδική ηλικία και σταθεροποιείται προς το τέλος της εφηβείας.

Υπερμετρωπία: Ονομάζεται η διαθλαστική ανωμαλία κατά την οποία η εικόνα ενός αντικειμένου σχηματίζεται πίσω από τον αμφιβληστροειδή. Αυτό σημαίνει ότι το υπερμετρωπικό μάτι παρουσιάζει μία έλλειψη ισχύος σε σχέση με το μήκος του. Η υπερμετρωπία διακρίνεται σε: Αξονική - ο οφθαλμός είναι μικρότερος του φυσιολογικού. Διαθλαστική - που οφείλεται στην μικρή καμπυλότητα του κερατοειδούς ή σε μικρή κυρτότητα οποιασδήποτε άλλης διαθλαστικής επιφάνειας του οφθαλμού.

Πρεσβυωπία: Όταν ένα αντικείμενο φέρνεται πλησιέστερα προς το μάτι η εικόνα του αντικειμένου σχηματίζεται πιο πίσω από τον αμφιβληστροειδή εκτός κι αν αυξηθεί η ισχύς του ματιού ώστε να διατηρηθεί η εικόνα πάνω στον αμφιβληστροειδή. Το μάτι έχει την ικανότητα να αυξάνει τη συνολική του ισχύ και αυτό επιτυγχάνεται με την αλλαγή των επιφανειακών κυρτοτήτων, του πάχους και της θέσης του φακού. Η διαδικασία αυτή ονομάζεται προσαρμογή. Με την πάροδο της ηλικίας (περίπου μετά τα 40-45, ηλικία που διαφέρει από άτομο σε άτομο) ο φακός του ανθρώπου χάνει την ελαστικότητά του προοδευτικά με συνέπεια να χάνει και την ικανότητα που έχει να κυρτώνει περισσότερο, δηλαδή την προσαρμογή. Η προοδευτική αυτή μείωση της προσαρμογής λέγεται πρεσβυωπία. Η διόρθωση επιτυγχάνεται με την χρήση κατάλληλων θετικών φακών.


Επιστροφή στο Blog